Πρώην Πρόεδρος ΙΚΥ: Μία «υπέρ αδυνάτου» απάντηση στον Υφυπουργό Παιδείας κ. Διγαλάκη

Πρώην Πρόεδρος ΙΚΥ: Μία «υπέρ αδυνάτου» απάντηση στον Υφυπουργό Παιδείας κ. Διγαλάκη

Ο πρώην Πρόεδρος του ΙΚΥ*, σχολιάζει μέσω του «Φοιτητικά Νέα» την τοποθέτηση του Υφυπουργού Παιδείας για την περίπτωση της Υποτροφίας των «419 φοιτητών ΕΚΟ».

Σημειώνω εξ αρχής πως εκπροσωπώ το προηγούμενο ΔΣ του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ) το οποίο έδωσε μια δεύτερη ευκαιρία υποβολής ενστάσεων και δικαιολογητικών στο πλαίσιο του προγράμματος υποτροφιών με τίτλο «Πρόγραμμα οικονομικής ενίσχυσης επιμελών φοιτητών/τριών που ανήκουν σε Ευπαθείς Κοινωνικές Ομάδες» (EKO). Το τέλος αυτής της θητείας, φάνηκε να σημαδεύεται από μία «διαφωνία» με τον Υφυπουργό Παιδείας κ. Διγαλάκη, με επίκεντρο την «μη-χορήγηση» σε 419 φοιτητές της υποτροφίας ΕΚΟ. Πιο συγκεκριμένα, ο κ. Υφυπουργός μας αποδίδει ότι «οι παρερμηνείες και οι λανθασμένες εντυπώσεις για τη διαδικασία ξεκίνησαν πέρυσι, με την προηγούμενη διοίκηση του ΙΚΥ, η οποία  παρά τις καλές της προθέσεις «ερμήνευσε χωρίς κάποια στέρεα βάση ότι όσοι δεν προσκόμισαν εντός της προθεσμίας ένα ή περισσότερα δικαιολογητικά ή εκ παραδρομής δήλωσαν επιπλέον μοριοδοτούμενα κριτήρια που δεν πληρούσαν, είχαν τη δυνατότητα μέσω ενστάσεων να διορθώσουν τα ανωτέρω». Και συνέχισε αναφέροντας ότι «όταν κάποιοι αιτούντες παραλείπουν να υποβάλλουν κάποια δικαιολογητικά, η δημόσια διοίκηση, οι φορείς και οι υπηρεσίες της δεν μπορούν να κλείνουν τα μάτια αδικώντας όσους έχουν πλήρεις φακέλους. Κάτι τέτοιο θα παραβίαζε τις αρχές της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης όλων των υποψηφίων και της χρηστής διοίκησης». 


Ας ξεκινήσουμε από το τελευταίο σημείο της τοποθέτησης του κ. Υφυπουργού: Να σημειώσουμε, λοιπόν, πως η επίδοση της συγκεκριμένης υποτροφίας στους «419» κατά κανένα τρόπο δεν θα γινόταν σε βάρος άλλων υποψηφίων. Αν όντως συνέβαινε κάτι τέτοιο η οπτική μας ως ΔΣ να ήταν ίσως διαφορετική. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, όχι μόνο δεν απειλείτο η υποτροφία άλλων φοιτητών αλλά μιλάμε για ένα ποσό της τάξης του 1.300.000 Ευρώ που μέσα σε συνθήκες οικονομικής και κοινωνικής κρίσης που επιτάθηκε και λόγω Κορονοϊού, επέστρεψε, τελικά, ανεπίδοτο, μάλλον στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. 

Όλα ξεκίνησαν από την αρχική ΚΥΑ της προηγούμενης ηγεσίας του ΥΠΕΘ με ημερομηνία 29-3-17 η οποία εμπεριείχε δύο «αδικίες»: η πρώτη αφορούσε φοιτητές μέλη τρίτεκνης ή πολύτεκνης οικογένειας, που έχαναν την ιδιότητα, σε ότι αφορά στην μοριοδότηση τους, αν ένα από τα μέλη της αρχικής οικογένειας αποκτούσε δική του οικογένεια. Σε ασυμφωνία με τον νόμο περί τρίτεκνων και πολυτέκνων που δίνει το δικαίωμα αυτό εφ όρου ζωής. Η άλλη αδικία: δεν αναγνώριζε την ιδιότητα της μονογονικότητας σε μητέρες ή πατέρες που ενώ είχαν την επιμέλεια των παιδιών, έπαψε αυτή να ισχύει λόγω της ενηλικίωσή τους.

Το ΔΣ του ΙΚΥ, όταν διεπίστωσε την αδικία αυτή και μετά από την υπόδειξη και του Συνηγόρου του Πολίτη, προέβη σε δύο διορθωτικές κινήσεις:

1. Πρότεινε στον Υπουργό διορθωτική ΚΥΑ για τις επόμενες προκηρύξεις, και,

2. Αποφάσισε να δώσει νέα ευκαιρία στους αδικούμενους υποψήφιους με νέα διορία ενστάσεων. Η κίνηση αυτή του τότε ΔΣ του ΙΚΥ υπαγορεύθηκε με γνώμονα τα εξής δύο στοιχεία:

Α. Το δικαίωμα που δίνει η ίδια η ΚΥΑ η οποία αναφέρει πως «Το ΙΚΥ δύναται, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, να ζητήσει από τον Υποψήφιο οποιοδήποτε δικαιολογητικό κρίνει ότι απαιτείται για την τεκμηρίωση της αίτησης…».

Β. Όταν έγινε η αρχική προκήρυξη, οι συγκεκριμένοι «419» μαζί και άλλοι, δεν μπήκαν στον κόπο να στείλουν τα αντίστοιχα δικαιολογητικά, διότι θεωρούσαν χαμένη την υπόθεση μια και δεν τους κάλυπτε η τότε ΚΥΑ.

Με τη δεύτερη ευκαιρία ενστάσεων, αποδείχτηκε πως πολλοί φοιτητές, ανάμεσά τους και οι «419» τηρούσαν τα απαιτούμενα κριτήρια λήψης της υποτροφίας, μόνο που οι τελευταίοι δεν είχαν μπει στον κόπο να αποστείλουν κάποιο επιπλέον δικαιολογητικό εξ αρχής, για τους λόγους που εξηγούνται πιο κάτω.

Όντως, εκ των υστέρων, δύο υπουργοί αναγνώρισαν το δίκαιο και των δύο αιτημάτων υπογράφοντας διορθωτική ΚΥΑ με την οποία αποκαθίστανται οι δύο αδικίες στις επόμενες προκηρύξεις: η ΚΥΑ με την υπογραφή του Κ. Γαβρόγλου πρόλαβε να φτάσει μόνο μέχρι το Εθνικό Τυπογραφείο λόγω εκλογών, ενώ εκείνη του Κ. Διγαλάκη είδε την ολοκλήρωση, δυστυχώς χωρίς αναδρομική ισχύ. [Να τονίσουμε πως η αναδρομικότητα, απαλείφθηκε από τις συμβούλους της προηγούμενης πολιτικής ηγεσίας]!

Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να σημειώσω πως αναφερόμαστε στο εξής σε «419» φοιτητές των οποίοι μετά τον (εκ των υστέρων) ενδελεχή έλεγχο των φακέλων τους αποδείχτηκε πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι είχαν τα νόμιμα προσόντα χορήγησης της υποτροφίας.

Το ερώτημα που θέσαμε στον εαυτό μας ως μέλη του ΔΣ του ΙΚΥ, καθώς και στα στελέχη της Διοίκησης του ΙΚΥ ήταν το εξής:

1. Ποια είναι η πιο δίκαιη ή η λιγότερο άδικη λύση στην περίπτωση που κάποιοι Έλληνες πολίτες, ιδιαίτερα όταν ανήκουν στην κατηγορία των «αδυνάτων» (κατά-Λυσία), όπως οι συγκεκριμένοι, έχουμε εμείς που εκπροσωπούμε το Κράτος, το ηθικό δικαίωμα να τους απεμπολήσουμε αυτό που δικαιούνται, εξ αιτίας μιας διφορούμενης διάταξης; Με άλλα λόγια, μπορούμε να μην χορηγήσουμε σε κάποιους αυτό που δικαιούνταν ως φοιτητές που προέρχονται από χαμηλά οικονομικά στρώματα, μέσα σε περιόδους κρίσης και να τους τιμωρήσουμε επειδή έκαναν κάποιο διαδικαστικό λάθος;

2. Είχαμε την αρμοδιότητα να δώσουμε την ευκαιρία σε όλους εκείνους που ενώ κατείχαν τα νόμιμα προσόντα δεν είχαν δώσει μέσα στην αρχική διορία τα προσήκοντα δικαιολογητικά και να τα αναζητήσουμε εκ των υστέρων, μια και τα δεδομένα είχαν αλλάξει;. Τί σημαίνει, τέλος πάντων, η διευκρινιστική φράση της ΚΥΑ πως «Το ΙΚΥ δύναται, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, να ζητήσει από τον Υποψήφιο οποιοδήποτε δικαιολογητικό κρίνει ότι απαιτείται για την τεκμηρίωση της αίτησης…»;

Πιστεύουμε ότι η απάντηση του κ Υφυπουργού στη Βουλή των Ελλήνων εγείρει ένα ηθικό και πολιτικό ζήτημα που αφορά όλους, όσους βρίσκονται στα κέντρα ή τις παρυφές της εξουσίας: Ποια θα έπρεπε να είναι η πιο δίκαιη λύση σε αυτήν και σε παρόμοιες περιπτώσεις; Και τι συνιστά ενέργειες  μιας «Χρηστής Διοίκησης» σε περιπτώσεις που οι υπαγορεύσεις των νόμων ή οι διοικητικές νόρμες και οι ρήσεις της εξουσίας βρίσκονται σε οριακό σημείο; Και ποια είναι τέλος πάντων η «χρηστή Διοίκηση»: Η Διοίκηση που εκτελεί κατά γράμμα τις επιταγές του Νόμου αγνοώντας τον άνθρωπο, ιδιαίτερα τον αδύναμο; Έχει μια Διοίκηση το δικαίωμα να αφαιρεί από τον πιο αδύνατο αυτά που δικαιούται ακόμη και αν το διεκδίκησε με λάθος τρόπο; Θυμίζω, πως η Ελληνική και η Ευρωπαϊκή Δικαιοσύνη σε (πολύ πιο ακραίες) αντίστοιχες περιπτώσεις, είναι γνωστό, πως εφαρμόζει το πνεύμα του Νόμου, ευνοώντας τον «αδύνατο» (βλέπε λ.χ. περίπτωση καθαρίστριας χωρίς απολυτήριο δημοτικού). 

*Κυριάκος Αθανασίου, Ομ. Καθηγητής ΕΚΠΑ

Δείτε ΕΔΩ όλα τα τελευταία Φοιτητικά Νέα.

Φοιτητικά Νέα/Foititikanea.gr