Πρόσβαση στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση: Συστήματα εισαγωγής – Προτάσεις αποδοτικής λειτουργίας τους
του Εκπαιδευτικού Παντελή Γαλίτη για τα «Φοιτητικά Νέα»,
Ο ρόλος και η συμβολή της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην δημιουργία κοινωνιών χωρίς αποκλεισμούς είναι αναμφισβήτητος και αναγνωρισμένος από την επίσημη πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από την άλλη, οι φραγμοί προς αυτήν είναι υπαρκτοί για μαθητές προερχόμενους από οικογένειες χαμηλού και μεσαίου εκπαιδευτικού επιπέδου, ενώ και η ολοκλήρωση των τριτοβάθμιων σπουδών για σημαντικό ποσοστό των μαθητών που προέρχονται από τις οικογένειες αυτές είναι επίσης γεγονός.
Κεντρικό στοιχείο της κοινωνικής διάστασης της διαδικασίας της Μπολόνια είναι η πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση χωρίς αποκλεισμούς και ότι το κοινωνικό υπόβαθρο των μαθητών δεν θα πρέπει να αποτελεί εμπόδιο στην κινητικότητα αυτή.
«Η τριτοβάθμια εκπαίδευση πρέπει να συμβάλλει στην αντιμετώπιση των κοινωνικών και δημοκρατικών προκλήσεων της Ευρώπης. Αυτό σημαίνει ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν πρέπει να εφαρμόζει αποκλεισμούς και ότι τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης πρέπει να συνδέονται στενά με την τοπική τους κοινότητα» (Ευρωπαϊκή Ένωση).
Η ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αποτελεί επίσης σημαντικό πυλώνα της διαδικασίας της Μπολόνια, όπως επιβεβαιώθηκε εκ νέου το 2018 στο Ανακοινωθέν του Παρισιού.
Η διεύρυνση της συμμετοχής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση στο πλαίσιο της ισότητας και της ανάπτυξης, αλλά και η διασφάλιση της ολοκλήρωσης αυτού του επιπέδου σπουδών (στην κατεύθυνση της μείωσης των παραγόντων που καθίστανται εμπόδια στις απρόσκοπτες σπουδές) υιοθετήθηκε ως στρατηγική ανάπτυξης της κοινωνικής διάστασης και της δια βίου μάθησης στην Διάσκεψη για την τριτοβάθμια εκπαίδευση στο Ερεβάν (14-15 Μαΐου 2015).
Το ερώτημα αν τα συστήματα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση μειώνουν ή ενισχύουν τις κοινωνικές ανισότητες συνεχίζει να βρίσκεται στην επικαιρότητα.
Τα εκπαιδευτικά συστήματα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έχουν το καθήκον της επιλογής των ατόμων που έχουν τις ικανότητες να παρακολουθήσουν και να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους αυτές. Τα συστήματα αυτά όμως έχουν και την αρνητική δυνατότητα να περιορίσουν τις ευκαιρίες πρόσβασης, συνέχισης και ολοκλήρωσης των τριτοβάθμιων σπουδών. Η επιτυχής λειτουργία τους κρίνεται από αυτό το αποτέλεσμα.
Η εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι αλληλεπίδραση των παρακάτω καίριων παραγόντων:
Δύο είναι τα βασικά εκπαιδευτικά συστήματα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση:
Περισσότερο αναλυτικά, τα βασικά συστήματα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση διαμορφώνονται σε τέσσερις τύπους:
Τύπος 1 - Επιλογή από σχολεία (βλέπε: κυβερνήσεις): Στα συστήματα αυτά τα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα δεν συμμετέχουν στην επιλογή των υποψηφίων φοιτητών. Οι πρόσφατα αποφοιτήσαντες από αυτά τείνουν να έχουν χαμηλά ποσοστά ανεργίας, ενώ εμφανίζουν χαμηλότερους ρυθμούς αναντιστοιχίας των προσόντων των αποφοίτων με τα ζητούμενα από την αγορά εργασίας. Σε αυτά τα συστήματα η συμμετοχή των μαθητών από οικογένειες χαμηλού κοινωνικοοικονομικού υπόβαθρου εμφανίζεται με χαμηλά ποσοστά, σε σχέση με τα άλλα τρία συστήματα. Η αποτελεσματικότητα αυτών των συστημάτων αφορά κυρίως σε φοιτητές που εισέρχονται σε αυτά με «πλεονέκτημα» κοινωνικοοικονομικού υπόβαθρου.
Τύπος 2 - Επιλογή από ΑΕΙ: Στα συστήματα αυτά τα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα μπορούν να επιλέγουν τους φοιτητές τους με επιπρόσθετα κριτήρια. Αυτά τα συστήματα τείνουν να έχουν ελαφρώς υψηλότερη από το μέσο όρο αποφοίτηση και είναι περισσότερο πιθανόν να υποδεχτούν μαθητές άνω των 30 ετών, οι οποίοι μπορεί να εισέλθουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση από εναλλακτικές διαδρομές.
Τύπος 3 - Ελάχιστη επιλογή από ΑΕΙ: Στα συστήματα αυτά τον κύριο λόγο στην εισαγωγή των φοιτητών έχουν τα σχολεία, ενώ η δυνατότητα επιλογής από τα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα είναι ελάχιστη. Χαρακτηρίζονται από καλή απόδοση όσον αφορά στην ισότητα ευκαιριών πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση για μαθητές από πιο μειονεκτικά περιβάλλοντα, βελτιωμένη εικόνα ισορροπίας των ποσοστών συμμετοχής ανά φύλο και κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο. Ωστόσο, τα συστήματα αυτά δεν εμφανίζουν ιδιαίτερα θετικά ποσοστά στην ολοκλήρωση των σπουδών των φοιτητών. Αυτά τα συστήματα εισαγωγής έχουν σχετικά μεγάλο εύρος επιλογής σε διάφορους τομείς σπουδών Στο σύστημα αυτό ανήκει και η Ελλάδα
Τύπος 4 - Διπλή επιλογή (από σχολεία και από ΑΕΙ): Αυτά τα συστήματα φαίνεται να είναι τα πιο αποτελεσματικά όσον αφορά στα ποσοστά ολοκλήρωσης. Αυτό το αποτέλεσμα φαίνεται ότι μπορεί να επιτυγχάνεται, εν μέρει, με τον περιορισμό εισαγωγής μαθητών προερχομένων από μειονεκτούντα κοινωνικοοικονομικά περιβάλλοντα. Το σύστημα αυτό τη επιλογής από τα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα φαίνεται να συνδέεται με αυξημένο αριθμό εγγραφών, όχι όμως και ολοκλήρωσης των σπουδών σε αυτά.
Σίγουρα, κανένα από τα παραπάνω συστήματα δεν πρέπει να θεωρείται το ιδανικό. Τα κοινωνικά χαρακτηριστικά, οι εθνικές ιδιαιτερότητες, οι πολιτικές επιλογές, οι τρόποι των διαδικασιών επιλογής και εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση μπορούν να προσδιορίσουν το πλέον κατάλληλο για το κάθε κράτος και την κάθε κοινωνία εκπαιδευτικό σύστημα επιλογής στα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ (2017), οι χώρες χρησιμοποιούν διαφορετικούς μηχανισμούς για τη διανομή μαθητικών θέσεων στα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα. Στα δημόσια τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα, οι κυβερνήσεις διαδραματίζουν συνήθως σημαντικό ρόλο. Σε 11 χώρες (από τις 38 της έρευνας που πραγματοποιήθηκε το 2017), εφαρμόζεται ένα σύστημα κεντρικής κατανομής, μέσω του οποίου η κυβέρνηση καθορίζει τις προτεραιότητες και κατανέμει τους φοιτητές στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τα οποία χρηματοδοτεί ανάλογα. Σε μια περαιτέρω ομάδα 13 χωρών, η κατανομή των θέσεων των φοιτητών είναι το αποτέλεσμα μιας συνδυασμένης διαδικασίας λήψης αποφάσεων μεταξύ της κυβέρνησης και των τριτοβάθμιων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων (προσέγγιση μικτού μοντέλου). Τέσσερις χώρες χρησιμοποιούν μια διαφορετική προσέγγιση, η οποία προσδιορίζεται από την συμφωνία μεταξύ της κεντρικής κυβέρνησης και των τριτοβάθμιων θεσμικών οργάνων (για παράδειγμα, στη Φινλανδία και την Ιαπωνία).
Μόνο 7 χώρες χρησιμοποιούν ένα σύστημα που βασίζεται στη ζήτηση σπουδών, στο οποίο αποφασίζουν οι πάροχοι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με τους κλάδους, τα μαθήματα, τους τύπους των μαθητών, τις αμοιβές, τον αριθμό των διαθέσιμων θέσεων κ.λπ. και οι μαθητές παίρνουν την σχετική απόφαση.
Ας δούμε τις υφιστάμενες δυνατές διαδρομές για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση:
Πάντως, παρά την παρουσία ευέλικτων διαδρομών εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, η συντριπτική πλειονότητα των μαθητών των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης εισέρχονται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με τον παραδοσιακό τρόπο: με απόκτηση των τυπικών προσόντων κατά την φοίτησή τους στην ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (απόκτηση απολυτηρίου).
Όπως είναι γνωστό, η κατοχή πιστοποιητικού επιτυχούς αποφοίτησης από την ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση δεν αποτελεί εγγύηση πρόσβασης στα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα για τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, αφού, συνήθως, οι μαθητές ανταγωνίζονται για περιορισμένο αριθμό θέσεων σε αυτά, επιλεγόμενοι είτε βάσει του επιπέδου αξιολόγησής τους στις σπουδές τους στην ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ή με επιπλέον εξετάσεις εισαγωγής στα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Τα παρακάτω θεωρούνται απαραίτητα για την αποτελεσματική λειτουργία ενός συστήματος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση:
Είναι ιδιαίτερα σημαντική η παρακολούθηση της ολοκλήρωσης / εγκατάλειψης των φοιτητικών σπουδών προκειμένου να προσδιοριστούν οι παράγοντες που οδηγούν στην εγκατάλειψη των σπουδών και να ληφθούν μέτρα στην κατεύθυνση της αποτελεσματικής αντιμετώπισής του προβλήματος. Δυστυχώς, η χώρα μας συγκαταλέγεται στις εννέα από τις 48 χώρες της ΕΗΕΑ (Ευρωπαϊκός Χώρος Ανώτατης Εκπαίδευσης) που δεν παρακολουθούνται συστηματικά τα ποσοστά ολοκλήρωσης ή εγκατάλειψης των τριτοβάθμιων σπουδών.
Σχετικές έρευνες δείχνουν ότι τα ποσοστά εγκατάλειψης των σπουδών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι υψηλότερα στο τέλος του πρώτου έτους σπουδών. Ως σημαντικότερη αιτία αναφέρονται: η διαφοροποίηση των προσδοκιών των φοιτητών από το αντικείμενο της σχολής εισαγωγής τους, καθώς και το αίσθημα αδυναμίας ανταπόκρισης στο επίπεδο σπουδών, καθώς και η συνακόλουθη αίσθηση αποτυχίας. Η εστίαση της προσοχής στις εμπειρίες και στην ανάπτυξη δεξιοτήτων των νεοεισερχόμενων φοιτητών έχει ιδιαίτερη σημασία στην προσπάθεια να βοηθηθούν στην συνέχιση των σπουδών τους.
Τα πλέον εφαρμοζόμενα μέτρα που βοηθούν τους πρωτοετείς φοιτητές να προσαρμοστούν στις τριτοβάθμιες σπουδές τους είναι:
Η εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν είναι απλά η διαδικασία που ακολουθεί την ολοκλήρωση του ανώτερου κύκλου δευτεροβάθμιων σπουδών, αλλά μια διαδικασία που μπορεί να ξεκινήσει με την έναρξη των δευτεροβάθμιων σπουδών και, σε κάποιες περιπτώσεις, να σχετίζεται με την επιλογή της συνέχισης των σπουδών μετά την ολοκλήρωση του πρώτου έτους στα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα, αφού το πρώτο έτος είναι καταλυτικό στην συνέχιση της εκπαιδευτικής διαδρομής σε αυτά. Η ενίσχυση όλων των εμπλεκόμενων στην διαδικασία αυτή εκπαιδευτικών δομών, των δομών λειτουργίας και των υποστηρικτών δομών θα συμβάλει στην καλύτερη λειτουργία της διαδικασίας μετάβασης από τον δευτεροβάθμιο στον τριτοβάθμιο κύκλο σπουδών και στην επιθυμητή αποτελεσματικότητα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Πηγές
European Commission/EACEA/Eurydice, 2018. The European Higher Education Area in 2018: Bologna Process Implementation Report. Luxembourg: Publications Office of the European Union.
Orr, D. et al., 2017. Study on the impact of admission systems on higher education outcomes. Volume I: Comparative report. Luxembourg: Publications Office of the European Union
OECD (2017), Education at a Glance 2017: OECD Indicators, OECD Publishing, Paris.
http://dx.doi.org/10.1787/eag-2017-en
https://www.foititikanea.gr