Πανεπιστήμιο Πατρών: Ακυρώνονται οι εξετάσεις μετά τον θάνατο φοιτητή από μηνιγγίτιδα! Έκτακτη ενημέρωση φοιτητών
Φοιτητικές Ειδήσεις: Θλίψη επικρατεί στο Πανεπιστήμιο Πατρών μετά την είδηση του θανάτου ενός 20χρονου φοιτητή από μηνιγγίτιδα, ενώ παράλληλα το ίδρυμα βρίσκεται σε κατάσταση συναγερμού. Συμφοιτητές του και μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας παραμένουν συγκλονισμένα από την απώλεια του νεαρού, ενώ οι αρμόδιες αρχές και το Πανεπιστήμιο έχουν λάβει άμεσα αυστηρά μέτρα για την προστασία όλων των εμπλεκομένων. Το κρούσμα, που καταγράφηκε εν ώρα εξεταστικής, έχει θέσει σε εφαρμογή το πρωτόκολλο διαχείρισης της μηνιγγιτιδόκοκκης λοίμωξης, με προληπτικά μέτρα και ενέργειες για την αποφυγή της εξάπλωσης της νόσου. Στο πλαίσιο της διαχείρισης του περιστατικού, ελήφθησαν αυστηρά μέτρα για την προστασία των φοιτητών και του προσωπικού, ενώ οι εξετάσεις ακυρώθηκαν και επαναπρογραμματίστηκαν για λόγους ασφαλείας. Είσαι φοιτητής του Πανεπιστημίου Πατρών; Απόκτησε πρόσβαση και εσύ στην κλειστή κοινότητα των φοιτητών του Πανεπιστημίου Πατρών πατώντας εδώ!
Από τις 3 το μεσημέρι, περισσότεροι από 150 φοιτητές, έχουν ήδη λάβει το χάπι χημειοπροφύλαξης. Η διαδικασία χορήγησης του φαρμάκου συνεχίζεται και, σύμφωνα με πληροφορίες, αναμένεται να επεκταθεί και στους εργαζομένους του Πανεπιστημίου, οι οποίοι ήρθαν σε στενή επαφή με το κρούσμα. Μάλιστα, κλιμάκιο υγειονομικών αρχών έχει ήδη μεταβεί στην περιοχή του Κουκουλίου, όπου βρίσκεται η σχολή του φοιτητή, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι συμφοιτητές και το προσωπικό του Τμήματος λάβουν τις απαραίτητες οδηγίες και χημειοπροφύλαξη. Παράλληλα, έχουν γίνει ενέργειες για την απολύμανση των χώρων του Πανεπιστημίου, στο πλαίσιο της πρόληψης και της αποφυγής περαιτέρω εξάπλωσης της νόσου. Ο φοιτητής διέμενε στην Πάτρα μαζί με την δίδυμη αδελφή του, φοιτήτρια στο Τμήμα Φυσικής, και χθες εξετάστηκε σε μάθημα.
Υπάρχει έντονη ανησυχία στους φοιτητές του Τμήματος Φυσικής σχετικά με το αν θα ληφθούν άμεσα τα απαραίτητα μέτρα και για τη σχολή της αδελφής του φοιτητή, η οποία αποτελεί στενή επαφή με τον αδικοχαμένο φοιτητή, γεγονός που την καθιστά εκτεθειμένη στον κίνδυνο μετάδοσης του μηνιγγιτιδόκοκκου. Οι φοιτητές του Τμήματος εκφράζουν την ανησυχία τους και ζητούν να ληφθούν οι απαραίτητες ενέργειες, προκειμένου να διασφαλιστεί η υγεία όλων.
Την έκτακτη ενημέρωση του Πανεπιστημίου Πατρών μπορείτε να την δείτε εδώ.
Έκτακτη ενημέρωση της Σχολής
Έκτακτη ανακοίνωση εξέδωσε η Πρόεδρος του Τμήματος Διοικητικών Επιστημών και Τεχνολογίας (ΔΕΤ) του Πανεπιστημίου Πατρών, Ήρα Αντωνοπούλου, ενημερώνοντας για το κρούσμα μηνιγγίτιδας που καταγράφηκε στο χώρο του Τμήματος και τα αυστηρά μέτρα που ελήφθησαν για την προστασία όλων των φοιτητών και του προσωπικού. Η ανακοίνωση γίνεται σε συνεργασία με την Αντιπρύτανη Φοιτητικής Μέριμνας & Πολιτισμού, τον ΕΟΔΥ και τη Δημόσια Υγεία, ακολουθώντας αυστηρά το πρωτόκολλο διαχείρισης της κατάστασης.
Συγκεκριμένα, στο κεντρικό αμφιθέατρο του Κουκουλιού, όπου το κρούσμα εξετάστηκε, κλήθηκαν όλοι οι φοιτητές που έδιναν εξετάσεις στην ίδια αίθουσα με το κρούσμα και τους χορηγήθηκε χημειοπροφύλαξη. Η ανακοίνωση καθυστέρησε ελαφρώς για να διασφαλιστεί ότι όλοι οι φοιτητές που ήρθαν σε στενή επαφή με το κρούσμα ενημερώθηκαν και έλαβαν την απαραίτητη προφύλαξη.
Επιπλέον, χημειοπροφύλαξη χορηγήθηκε σε όλα τα μέλη του προσωπικού του Τμήματος, συμπεριλαμβανομένων των μελών ΔΕΠ, του διοικητικού προσωπικού και των εργαζομένων στην καθαριότητα, που ήρθαν σε άμεση επαφή με το κρούσμα. Αν και η μηνιγγιτιδόκοκκος μεταδίδεται μέσω της μεταφοράς σάλιου και αναπνευστικών εκκριμάτων σε δραστηριότητες όπως βήχας, φιλί και μάσηση των παιχνιδιών, η μετάδοσή του δεν μπορεί να συμβεί μέσω της επιφάνειας του περιβάλλοντος. Παρά ταύτα, για λόγους ασφαλείας, πραγματοποιήθηκε απολύμανση όλων των χώρων του Τμήματος.
Σε συνέχεια των μέτρων, οι εξετάσεις της 28ης και 29ης Ιανουαρίου ακυρώθηκαν και οι φοιτητές θα εξεταστούν στις 13/2 και 14/2. Οι ώρες των εξετάσεων θα ανακοινωθούν σε επόμενη ανακοίνωση.
Επιπλέον, όλοι οι φοιτητές του Τμήματος που ήρθαν σε πιθανή επαφή με το κρούσμα και νιώθουν συμπτώματα όπως πονοκέφαλο, έμετο, πυρετό ή κακουχία, καλούνται να επισκεφτούν άμεσα το πλησιέστερο νοσοκομείο για ιατρική εξέταση.
Η ανακοίνωση καταλήγει με χρήσιμες πληροφορίες για την δημόσια υγεία:
- Λειτουργεί η γραμμή 1135, 24ωρη υπηρεσία του ΕΟΔΥ, για παροχή πληροφοριών και ενημέρωσης σχετικά με τη μηνιγγίτιδα.
- Στην ιστοσελίδα του ΕΟΔΥ υπάρχουν πληροφορίες για την βακτηριακή και ιογενή μηνιγγίτιδα, για την έγκαιρη διάγνωση και πρόληψη της νόσου.
Βακτηριακή μηνιγγίτιδα: https://eody.gov.gr/disease/vaktiriaki-miniggitida/
Ιογενής μηνιγγίτιδα: https://eody.gov.gr/disease/miniggitida-iogenis/
Η Πρόεδρος του Τμήματος ΔΕΤ, Ήρα Αντωνοπούλου, τόνισε ότι είναι σημαντικό να ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία της υγείας των φοιτητών και του προσωπικού του Πανεπιστημίου, διαβεβαιώνοντας ότι οι αρμόδιοι φορείς παρακολουθούν στενά την κατάσταση.
ΝΕΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ: Έκτακτη ενημέρωση Πανεπιστημίου Πατρών για την κατάσταση στο Ίδρυμα μετά τον θάνατο του φοιτητή
Ο ΕΟΔΥ για την Βακτηριακή μηνιγγίτιδα
Γενικές Πληροφορίες
O μηνιγγιτιδόκοκκος, ο πνευμονιόκοκκος και ο αιμόφιλος ινφλουέντζας τύπου Β προκαλούν πάνω από το 75% όλων των κρουσμάτων βακτηριακής μηνιγγίτιδας και είναι υπεύθυνοι για το 90% της βακτηριακής μηνιγγίτιδας στα παιδιά.
Στους ενήλικες επικρατεί ο πνευμονιόκοκκος ακολουθούμενος από τον μηνιγγιτιδόκοκκο και έπεται η λιστέρια που εμφανίζει ιδιαίτερα αυξημένη συχνότητα στη νεογνική περίοδο και στους άνω των 50 ετών. Τα λιγότερο συχνά βακτηριακά αίτια όπως ο σταφυλόκοκκος, ο στρεπτόκοκκος ομάδας Β, τα εντεροβακτηριοειδή και η λιστέρια προκαλούν νόσο σε ευαίσθητους πληθυσμούς όπως νεογνά και ανοσοκατασταλμένοι ασθενείς.
Τα αίτια της βακτηριακής μηνιγγίτιδας διαφοροποιούνται ανάλογα με την ηλικίακαι άλλους προδιαθεσικούς παράγοντες που απεικονίζονται στον Πίνακα 1.
Πίνακας 1: Συχνότερα αίτια βακτηριακής μηνιγγίτιδας ανάλογα με τους προδιαθεσικούς παράγοντες
Προδιαθεσικοί παράγοντες | Παθογόνα |
---|---|
Ηλικία | |
<1 μηνός | Στρεπτόκοκκος group B, E. Coli, Listeria monocytogenes, Klebsiella pneumoniae |
1–23 μηνών | S. agalactiae, E. coli, Haemophilus influenzae, Streptococcus pneumoniae, Neisseria meningitidis |
2–50 ετών | S. pneumoniae, N. meningitidis |
>50 ετών | S. pneumoniae, N. meningitidis, L. monocytogenes, aerobic gram-negative bacilli |
Ανοσοκαταστολή | S. pneumoniae, N. meningitidis, L. monocytogenes, αερόβιοι aerobic gram (-) βάκιλλοι (συμπεριλαμβανόμενης Pseudomonas aeruginosa) |
Κάταγμα βάσης κρανίου | S. pneumoniae, H. influenzae, β-αιμολυτικοί στρεπτόκοκκοι ομάδας Α |
Τραύμα κεφαλής μετά από νευροχειρουργική επέμβαση | Staphylococcus aureus, Staphylococcus epidermidis, aerobic gram-negative bacilli (including P. aeruginosa) |
Κλινικές εκδηλώσεις
Το φάσμα της μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου ποικίλλει από πυρετό και ασυμπτωματική βακτηριαιμία ως σηψαιμία, τοξική καταπληξία και θάνατο.
Τα κλινικά συνδρομα που έχουν αναγνωριστεί περιλαμβάνουν βακτηριαιμία χωρίς σηψαιμία, μηνιγγοκοκκαιμία (σηψαιμία) χωρίς μηνιγγίτιδα και μηνιγγίτιδα με ή χωρίς μηννιγγοκοκκαιμία. Ακόμη η νόσος μπορεί να εκδηλωθεί και με λοίμωξη συγκεκριμένων οργάνων.Πρόσφατη ανάλυση των περιστατικών μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου κατά το χρονικό διάστημα 1998-2007, μέσω του συστήματος ABC στις ΗΠΑ, έδειξε ότι το συχνότερο κλινικό σύνδρομο είναι η μηνιγγίτιδα (50,2%) ακολουθούμενη από βακτηριαιμία (37,5%), πνευμονία (9,2%) και σηπτική αρθρίτιδα (2,0%).
Τα κλινικά συμπτώματα ποικίλλουν ανάλογα με την ηλικία. Οι περισσότερες άτυπες εικόνες παρατηρούνται στη νεογνική και βρεφική ηλικία.Η τυπική αρχική κλινική εικόνα της μηνιγγίτιδας από N. meningitidis χαρακτηρίζεται από αιφνίδια έναρξη πυρετού, ναυτία, έμετο, κεφαλαλγία, μειωμένη ικανότητα συγκέντρωσης και μυαλγίες σε ένα κατά τα άλλα υγιή ασθενή.Σε προοπτική επιδημιολογική μελέτη, η κλασική τριάδα συμπτωμάτων πυρετός, αυχενική δυσκαμψία και επηρεασμένο επίπεδο συνείδησης ήταν παρούσα σε 27% των ασθενών με μηνιγγιτιδοκοκκική μηνιγγίτιδα ενώ ήταν πιο συχνή στην πνευμονιοκοκκική μηνιγγίτιδα (58%). Με την προσθήκη του εξανθήματος το ποσοστό ασθενών που είχαν τουλάχιστον δύο από τα τέσσερα αυτά σημεία ανέρχεται στο 89%. Άλλα συμπτώματα όπως κεφαλαλγία, κακουχία, έμετοι, σπασμοί συνοδεύουν τη νόσο. Οι σπασμοί εμφανίζονται συχνότερα στα παιδιά (20-30%) και σε λιγότερο από 12% στους ενήλικες. Ξεκινούν ως εστιακοί και δευτερογενώς γενικεύονται. Τα εστιακά νευρολογικά σημεία και οι επιληπτικές κρίσεις είναι λιγότερο συχνές σε μηνιγγιτιδοκοκκική μηνιγγίτιδα, σε αντίθεση με μηνιγγίτιδα που οφείλεται σε H. influenzae ή Streptococcus pneumoniae. Άλλες νευρολογικές εκδηλώσεις όπως τα σημεία Kernig και Brudzinski είναι ενδεικτικά μηνιγγίτιδας αλλά η απουσία τους δεν αποκλείει τη διάγνωση της νόσου. Η βραδυκαρδία, οι έμετοι, το οίδημα οπτικής θηλής μπορεί να δηλώνουν αύξηση της ενδοκράνιας πίεσης οπότε απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στην απόφαση για διενέργεια οσφυονωτιαίας παρακέντησης. Το εξάνθημα είναι χαρακτηριστικό, εμφανίζεται στο 50% των ασθενών κατά την πρώτη εξέταση , αφορά κυρίως τη μηνιγγιτιδοκοκκική μηνιγγίτιδα και είναι σε τυπικές περιπτώσεις πετεχειώδες ή πορφυρικό (80%) και σε άτυπες κηλιδοβλατιδώδες ή κνιδωτικό. Πορφυρικό ή πετεχειώδες εξάνθημα που συνοδεύεται από τοξική καταπληξία είναι παθογνωμονικό μηνιγγιτιδοκοκκαιμίας και προκαλεί ανησυχία για ενδεχόμενη αιμορραγία επινεφριδίων που έχει βαρεία κλινική εικόνα και μεγάλη θνητότητα. Η σηπτική αρθρίτιδα, η περικαρδίτιδα και η πνευμονία αποτελούν επίσης ένδειξη γενικευμένης λοίμωξης .
Επιπλοκές
Η περιφερική κυκλοφορική καταπληξία αποτελεί μια από τις σοβαρότερες επιπλοκές και συμβαίνει συνήθως την πρώτη ημέρα της νοσηλείας. Μία από τις βαρύτερες επιπλοκές είναι η διάχυτη ενδαγγειακή πήξη (DIC). Η DIC γίνεται κλινικά εμφανής με την επέκταση υποδόριων αιμορραγιών, γαστρορραγία, ή αιμορραγίες ούλων ή αιμορραγίες στις θέσεις φλεβοκεντήσεων. Οι οξείες επιπλοκές σχετίζονται με την εμφάνιση αγγειίτιδας, DIC και υπότασης στην σοβαρή μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο. Η κεραυνοβόλος πορφύρα αποτελεί άλλη μια από τις σοβαρές επιπλοκές της μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου και εμφανίζεται σε περίπου 15-25% των ατόμων με μηνιγγοκοκκαιμία. Η νέκρωση των άκρων και κυρίως των δακτύλων αποτελεί σημείο κεραυνοβόλου μηνιγγιτιδοκοκκικής λοίμωξης. Κατά την οξεία λοίμωξη μπορεί ακόμη να εκδηλωθούν: αιμορραγία των επινεφριδίων, επιπεφυκίτιδα, αρθρίτιδα, περικαρδίτιδα, μυοκαρδίτιδα, πνευμονία, περιτονίτιδα και νεφρικά έμφρακτα. Άλλες σοβαρές αλλά σπάνιες νευρολογικές βλάβες όπως πάρεση κρανιακών νεύρων ειδικά 6ης, 7ης και 8ης εγκεφαλικής συζυγίας, υποσκληρίδια συλλογή, εμπύημα, εγκεφαλικό απόστημα, αταξία, επιληπτικές κρίσεις, τύφλωση και αποφρακτικός υδροκέφαλος μπορεί ακόμη να εμφανιστούν. Στα παιδιά το πιο συχνό νευρολογικό συνεπακόλουθο της νόσου είναι η κώφωση, η οποία εμφανίζεται σε ποσοστό 5-10%. Οι μη πυώδεις επιπλοκές της μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου, με συχνότερες την αρθρίτιδα και το οζώδες ερύθημα, φαίνεται να προκαλούνται από τη μεσολάβηση ανοσοσυμπλεγμάτων και γίνονται εμφανείς 4-9 ημέρες μετά την έναρξη της νόσου. Παλαιότερα η απρόσφορη έκκριση αντιδιουρητικής ορμόνης θεωρείτο ως επιπλοκή της μηνιγγίτιδας. Σήμερα θεωρείται ότι αποτελεί απάντηση του ξενιστή σε υποογκαιμία και η ελεύθερη λήψη υγρών θεωρείται επωφελής για τη διατήρηση σταθερής αρτηριακής πίεσης. Στις βιομηχανικές χώρες, η συνολική θνησιμότητα της μηνιγγιτιδοκοκκικής μηνιγγίτιδας κυμαίνεται συνήθως μεταξύ 5-10%. Η θνητότητα βρίσκεται στα επίπεδα του 5-15% ακόμα και σε χώρες με καλό επίπεδο ιατρικών υπηρεσιών ενώ στην περίπτωση της κεραυνοβόλου σηψαιμίας μπορεί να ξεπεράσει το 15-20%. Η θνητότητα εξαρτάται επίσης και από την οροομάδα και είναι υψηλότερη για την W135 (21%) σε σχέση με τις C 14%), Y (9%) και B (6%). Ένα 10-20% των επιζώντων από μηνιγγιτιδοκοκκική μηνιγγίτιδα θα παραμείνει με σοβαρά νευρολογικά κατάλοιπα.
Παθογόνο
Ο μηνιγγιτιδόκοκκος (Neisseria meningitidis) είναι Gram(-) αερόβιος διπλόκοκκος. Παρουσιάζει 13 οροομάδες από τις οποίες οι A, B, C, Y και W-135 είναι υπεύθυνες για την πλειοψηφία των περιπτώσεων διεισδυτικής νόσου. Οι οροομάδες A, B, C προκαλούν το 90% των περιπτώσεων. Η οροομάδα C ευθύνεται για κεραυνοβόλες, αιφνίδιες μορφές μηνιγγίτιδας. Στην Ευρώπη επικρατούν οι οροομάδες B και C ενώ στην Αφρική και την Ασία η οροομάδα Α. Σύμφωνα με δεδομένα του ΚΕ.ΕΛ.Π.ΝΟ. στην Ελλάδα επικρατεί η οροομάδα Β.
Παθογένεια
Προϋπόθεση για την πρόκληση μηνιγγίτιδας είναι ο αποικισμός του ρινοφάρυγγα.Η μετάδοση της Neisseria meningitidis γίνεται από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω της αναπνευστικής οδού. Η Ν. meningitidιs μέσω του πολυσακχαριδικού ελύτρου και των βλεφαρίδων προσκολλάται στο επιθήλιο του ρινοφάρυγγα. Η ακεραιότητα του βλενογόννου του στόματος έχει σημαντικό ρόλο στην άμυνα του οργανισμού. Έτσι προηγηθείσα ιογενής λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού λόγω της μεταβολής της δομής του επιθηλίου κάνει τον οργανισμό πιο επιρρεπή σε βακτηριακή μηνιγγίτιδα. Μετά τη διάσπαση του επιθηλιακού φραγμού τα μικρόβια προωθούνται στον υποκείμενο ιστό και από εκεί στην κυκλοφορία όπου αφού επιβιώσουν της άμυνας του οργανισμού (αντισώματα, συμπλήρωμα, φαγοκυττάρωση) φτάνουν τον αιματεγκεφαλικό φραγμό. (10) Υπολογίζεται ότι περίπου στο 50% των βακτηριαιμικών ατόμων τα βακτήρια διαπερνούν τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό και φθάνουν στο ΕΝΥ όπου και προκαλούν μηνιγγίτιδα.
Υποδόχα
Μόνον ο άνθρωπος.
Τρόπος μετάδοσης
Η μετάδοση γίνεται με άμεση επαφή από άτομο σε άτομο με σταγονίδια των αναπνευστικών εκκρίσεων. Ο μηνιγγιτιδόκοκκος δεν επιβιώνει στο περιβάλλον. Πηγή εξάπλωσης του μηνιγγιτιδόκοκκου είναι ο ασυμπτωματικός αποικισμός του ανώτερου αναπνευστικού, ο οποίος ποικίλει ανάλογα με την ηλικία. Ασυμπτωματικοί φορείς μηνιγγιτιδόκοκκου είναι το 10% περίπου του γενικού πληθυσμού, αλλά τα ποσοστά κυμαίνονται από 2% σε παιδιά που δεν παρακολουθούν παιδικό σταθμό έως και 24-37% εφήβων και νεαρών ενηλίκων ηλικίας 15-24 ετών. Σε κλειστούς πληθυσμούς κατά τη διάρκεια επιδημιών το ποσοστό της φορείας αγγίζει το 100% . Πρόσφατη μελέτη από την Ελλάδα υπολογίζει τη φορεία μηνιγγιτιδοκόκκου σε 10,5% στο γενικό πληθυσμό με επιμέρους ποσοστά 13,1% και 11,3 σε παιδιά πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αντίστοιχα και 37,4% σε νεοσύλλεκτους. Στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική η μέση διάρκεια της φορείας υπολογίζεται σε περίπου 9 μήνες. Η φορεία βοηθά στην ανάπτυξη φυσικής ανοσίας.
Χρόνος επώασης
Ο χρόνος επώασης είναι 2 ως 10 ημέρες (συνήθως 3 ως 4)
Περίοδος μεταδοτικότητας
Η περίοδος μεταδοτικότητας του μηνιγγιτιδόκοκκου είναι όλη η περίοδος κατά την οποία ανευρίσκεται στο σάλιο και στις ρινοφαρυγγικές εκκρίσεις, έως και 24 ώρες μετά την έναρξη αποτελεσματικής αντιμικροβιακής αγωγής. Η πενικιλλίνη καταστέλλει παροδικά τους μικροοργανισμούς αλλά δεν τους εξαλείφει στις ρινοφαρυγγικές εκκρίσεις. Ο κίνδυνος δευτερογενούς προσβολής υπολογίζεται σε 2-4 περιπτώσεις ανά 1000 μέλη του στενού οικογενειακού περιβάλλοντος. Αυτός ο κίνδυνος είναι 500-1000 φορές μεγαλύτερος εκείνου του γενικού πληθυσμού.
Επιδημιολογικά δεδομένα
Ο μηνιγγιτιδόκοκκος προκαλεί τόσο ενδημική νόσο όσο και επιδημίες. Στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική η επίπτωση της μηνιγγοκοκκικής νόσου είναι μεγαλύτερη κατά το χειμώνα και την άνοιξη ενώ στην υποσαχάρια ζώνη της Αφρικής η επίπτωση της νόσου κορυφώνεται κατά την περίοδο ξηρασίας (Δεκέμβριο-Ιούνιο). Το μεγαλύτερο φορτίο της νόσου εκδηλώνεται στην υποσαχάρια Αφρική στη λεγόμενη “ζώνη της μηνιγγίτιδας” που εκτείνεται από τη Σενεγάλη ως την Αιθιοπία και επηρεάζει 21 χώρες. Στην περιοχή αυτή, υπάρχουν σε ετήσια βάση υψηλά ποσοστά σποραδικών περιπτώσεων (1-20 ανά 100.000 πληθυσμό) και εκδηλώνονται σε ακανόνιστα χρονικά διαστήματα, συχνά κάθε 7 ως 14 έτη, επιδημίες μεγάλης κλίμακας που οφείλονται στην οροομάδα A, περιστασιακά στην οροομάδα C και πιο πρόσφατα στην W-135 και Χ. Η επίπτωση κατά τη διάρκεια αυτών των επιδημιών μπορεί να είναι υψηλή 1000 στα 100.000 άτομα.
Επιδημίες σε ευρεία κλίμακα εξακολουθούν να συμβαίνουν με θανατηφόρο έκβαση εκτός από την Αφρική και σε χώρες της Ασίας, στη Νότια Αμερική, και στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Στην Αμερικανική ήπειρο η επίπτωση της νόσου κυμαίνεται από 0,3-4 περιπτώσεις ανά 100.000 πληθυσμού και επικρατούν οι οροομάδες B, C και Y. Σε ορισμένες δε χώρες όπως οι ΗΠΑ, η επίπτωση έχει φτάσει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα (διεισδυτική νόσος 0,28 ανά 100.000). Στην Ευρώπη η επίπτωση κυμαίνεται από 0,2-14 περιπτώσεις ανά 100.000 πληθυσμού και η πλειονότητα των περιπτώσεων προκαλείται από τον ορότυπο B ιδίως στα κράτη που εφαρμόζουν συστηματικό εμβολιασμό με συζευγμένο εμβόλιο για τον ορότυπο C. Στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία επικρατεί επίσης ο ορότυπος B ενώ στην Ασία η νόσος προκαλείται κυρίως από τους ορότυπους Α και C. Η οροομάδα W135 αποτελεί μια από τις πιο ασυνήθιστες οροομάδες και η μεγαλύτερη επιδημία από αυτό το στέλεχος συνέβη το 2000 μεταξύ προσκυνητών στη Μέκκα της Σαουδικής Αραβίας. Η οροομάδα W135 μπορεί επίσης να παίζει ένα ρόλο στην ενδημική λοίμωξη Αυτό φάνηκε από την επιδημιολογική επιτήρηση στη Νότιο Αφρική όπου η ανάδυση της επιδημικής οροομάδας W135 σχετίστηκε με αύξηση της επίπτωσης και της βαρύτητας της διεισδυτικής μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου μιας και ήταν πιθανότερο να προκαλέσει μηνιγγοκοκκαιμία σε σχέση με την οροομάδα Α.
Η ενδημική νόσος είναι συχνότερη στα παιδιά και κυρίως σε βρέφη 3-12 μηνών και στους έφηβους ενώ σε φάσεις επιδημίας τα ποσοστά προσβολής μεγαλύτερων παιδιών και νεαρών ενηλίκων μπορεί να αυξηθούν. Υπολογίζεται ότι σχεδόν 50% των περιπτώσεων αφορούν σε παιδιά <2 ετών. Εκτός από την ηλικία, άλλοι επιμέρους παράγοντες που επηρεάζουν τη φορεία και αυξάνουν τον κίνδυνο νόσησης είναι: υποκείμενες ανοσολογικές ανεπάρκειες (όπως ασπληνία, έλλειψη προπερδίνης ή παράγοντα D, έλλειψη τελικών τμημάτων του συμπληρώματος, C5-9), συγχρωτισμός, διαμονή στο ίδιο σπίτι με άλλο κρούσμα, χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, ενεργητικό ή παθητικό κάπνισμα, πρόσφατη λοίμωξη του αναπνευστικού (ιογενής ή μυκοπλασματική).
Διάγνωση
Η διάγνωση της μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου επιβεβαιώνεται με την απομόνωση του βακτηρίου από ένα φυσιολογικά άσηπτο σωματικό υγρό που συνήθως είναι το αίμα και το ΕΝΥ και λιγότερο συχνά το αρθρικό, υπεζωκοτικό ή περικαρδιακό υγρό. Η απομόνωση του βακτηρίου από το ρινοφάρυγγα δεν είναι διαγνωστική διεισδυτικής νόσου. Οι συνήθεις πηγές απομόνωσης είναι το αίμα και το ΕΝΥ. Οι καλλιέργειες είναι συχνά αρνητικές αν στον ασθενή έχουν προηγουμένως χορηγηθεί αντιβιοτικά. Στην περίπτωση της μηνιγγιτιδοκοκκικής μηνιγγίτιδας η εργαστηριακή διάγνωση στηρίζεται στον έλεγχο του ΕΝΥ μετά από διενέργεια οσφυονωτιαίας παρακέντησης (ΟΝΠ) όταν δεν υφίστανται περιορισμοί για τη διενέργειά της. Η συχνότητα θετικών καλλιεργειών ΕΝΥ κυμαίνεται μεταξύ 80-90%, ακόμα και σε ασθενείς χωρίς εμφανή μηνιγγικά σημεία, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από τις θετικές καλλιέργειες αίματος (50-60%). Σε παιδιά με μηνιγγιτιδοκοκκική μηνιγγίτιδα που αντιμετωπίστηκαν με μια παρεντερική δόση κεφαλοσπορίνης ευρέως φάσματος, 3 από τις 9 οσφυονωτιαίες παρακεντήσεις (ΟΝΠ) απέβησαν στείρες μέσα σε μια ώρα και όλες μέσα σε 2 ώρες. Η ανίχνευση ειδικών αντιγόνων με συγκολλητινοαντίδραση Latex στο ΕΝΥ και η ανίχνευση Gram αρνητικών διπλόκοκκων στη μικροσκοπική εξέταση συνεισφέρουν στη διάγνωση. Η άμεση κατά Gram χρώση του ΕΝΥ συνολικά στη βακτηριακή μηνιγγίτιδα είναι θετική σε ποσοστό 57%. Το Latex ανευρίσκεται θετικό σε 39% των περιπτώσεων μηνιγγιτιδοκοκκικής μηνιγγίτιδας και μαζί με τη χρώση Gram είναι χρήσιμα κυρίως σε ατελώς θεραπευμένες περιπτώσεις με αρνητικές καλλιέργειες. Ως προς την γενική εξέταση του ΕΝΥ, υπάρχουν ευρήματα που σε συνδυασμό με την κλινική εικόνα θέτουν την υποψία βακτηριακής μηνιγγίτιδας. Τα συνηθισμένα ευρήματα βακτηριακής μηνιγγίτιδας περιλαμβάνουν αυξημένο αριθμό λευκοκυττάρων, μεταξύ 1000-5000/mm3 (εύρος <100 έως >10.000), με πολυμορφοπυρηνικό τύπο συνήθως >80%, πρωτείνη 100-500 mg/dl και γλυκόζη <40 mg/dl (με λόγο μεταξύ ΕΝΥ και ορού αίματος <0,4) . Η υπογλυκορραχία παρότι είναι ειδικός δείκτης βακτηριακής μηνιγγίτιδα,ς παρατηρείται επίσης στη φυματιώδη και κρυπτοκοκκική μηνιγγίτιδα και σε ορισμένες εγκεφαλίτιδες ιδίως από ιό παρωτίτιδας. Δείκτες φλεγμονής που χρησιμοποιούνται για τη διαφορική διάγνωση της βακτηριακής από την ιογενή μηνιγγίτιδα είναι η CRP και η προκαλσιτονίνη. Η αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (PCR) είναι ένα σημαντικό εργαλείο για τη διάγνωση της μηνιγγιτιδοκοκκικής λοίμωξης, με ευαισθησία και ειδικότητα μεγαλύτερη του 90%, αλλά δεν μπορεί ακόμα να αντικαταστήσει την καλλιέργεια μιας και δεν προσδιορίζει την ευαισθησία στα αντιβιοτικά και δεν γίνεται ως εξέταση ρουτίνας στα περισσότερα εργαστήρια Νοσοκομείων. Ένας άλλος περιορισμός είναι ότι μπορεί να προκύψουν ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα με στελέχη του Ν. meningitidis που έχουν πολυμορφισμούς γονιδίων, ιδιαίτερα όταν σαν στόχος χρησιμοποιείται ένα μόνο γονίδιο. Παρόλα αυτά η PCRπαρουσιάζει ορισμένα πλεονεκτήματα έναντι της καλλιέργειας:
- Μπορεί να θέσει τη διάγνωση γρήγορα ακόμα και σε μερικές ώρες σε σχέση με την καλλιέργεια όπου απαιτούνται κάποια 24ωρα
- Η ευαισθησία της δεν επηρεάζεται από την προηγούμενη χρήση αντιβιοτικών που μπορεί να αποστειρώσουν το ΕΝΥ μέσα σε ώρες
- Μπορεί να γίνει τυποποίηση των στελεχών, γεγονός που μπορεί να είναι χρήσιμο σε περιπτώσεις επιδημιών
- Οι multiplex PCR επιτρέπουν την ταυτόχρονη διερεύνηση για μηνιγγιτιδόκοκκο, πνευμονιόκοκκο και αιμόφιλο ινφλουέντζας.
Ευαισθησία
Η ευαισθησία στην κλινική νόσηση είναι μικρή και ελαττώνεται με την ηλικία γεγονός που προκαλεί υψηλό ποσοστό φορείας. Άτομα με ανεπάρκεια του συμπληρώματος έχουν επιρρέπεια σε υποτροπιάζουσα νόσο ενώ σπληνεκτομηθέντες είναι επιρρεπείς σε βακτηριαιμία.
Επιδημιολογική Επιτήρηση
Κλινική περιγραφή
Κλινική εικόνα συμβατή με διεισδυτική μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο (μηνιγγίτιδα ή/και μηνιγγιτιδοκοκκαιμία), που μπορεί να εξελιχθεί ταχέως σε κεραυνοβόλο μορφή με αιμορραγικό εξάνθημα, καταπληξία ή θάνατο. Άλλες εκδηλώσεις είναι επίσης δυνατές.
Εργαστηριακά κριτήρια για τη διάγνωση
- Απομόνωση του μηνιγγιτιδοκόκκου από φυσιολογικά άσηπτο κλινικό δείγμα (π.χ. αίμα, ΕΝΥ ή, λιγότερο συχνά, από αρθρικό, υπεζωκοτικό ή περικαρδιακό υγρό).
- Ανίχνευση νουκλεϊνικού οξέος του μηνιγγιτιδοκόκκου (μέθοδος PCR) σε φυσιολογικά άσηπτο κλινικό δείγμα.
Για πιθανό κρούσμα
- Ανίχνευση αντιγόνου του μηνιγγιτιδοκόκκου σε φυσιολογικά άσηπτο κλινικό δείγμα.
- Παρουσία Gram αρνητικών διπλόκοκκων στη μικροσκοπική εξέταση φυσιολογικά άσηπτου κλινικού δείγματος.
Για ενδεχόμενο κρούσμα
- Ένας μοναδικός υψηλός τίτλος αντισωμάτων έναντι του μηνιγγιτιδοκόκκου σε ορό αναρρώνοντος ασθενούς.
Κατάταξη του κρούσματος
Ενδεχόμενο
Κλινική εικόνα συμβατή με διεισδυτική μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο χωρίς εργαστηριακή επιβεβαίωση, αλλά με θετικά εργαστηριακά ευρήματα για ενδεχόμενο κρούσμα (βλέπε παραπάνω).
Πιθανό
Κλινική εικόνα συμβατή με διεισδυτική μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο χωρίς εργαστηριακή επιβεβαίωση, αλλά με θετικά εργαστηριακά ευρήματα για πιθανό κρούσμα (βλέπε παραπάνω).
Επιβεβαιωμένο
Κλινική εικόνα συμβατή με διεισδυτική μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο και εργαστηριακή επιβεβαίωση της διάγνωσης.
Περισσότερα στη ιστοσελίδα του ΕΟΔΥ, εδώ.
Μηνιγγίτιδα Ιογενής
Γενικές Πληροφορίες
Κλινικές εκδηλώσεις
Η κλινική εικόνα ποικίλλει ανάλογα με το παθογόνο αίτιο. Πολλές φορές προηγούνται της μηνιγγίτιδας μη ειδικά συμπτώματα. Η νόσος χαρακτηρίζεται από αιφνίδια έναρξη πυρετού που συνοδεύεται από σημεία και συμπτώματα μηνιγγικής συμμετοχής. Η έναρξη των συμπτωμάτων μπορεί να συμβεί λίγες ώρες ως λίγες ημέρες μετά την έκθεση στον ιό και συνήθως εντός 3-6 ημερών. Εξάνθημα συχνά προηγείται ή συνοδεύει τα συμπτώματα από το ΚΝΣ σε λοίμωξη από εντεροϊούς, VZV, ιλαρά, ερυθρά και περιστασιακά από ιό του Δυτικού Νείλου.
Σε λοίμωξη από εντεροϊούς η έναρξη της νόσου είναι συνήθως αιφνίδια. Πυρετός εμφανίζεται σε 76% -100% των ασθενών και μπορεί να είναι διφασικός: στην αρχή παρουσιάζεται με μη ειδικά συμπτώματα (εμέτους, ανορεξία, διάρροια, βήχα, συμπτώματα από το ανώτερο αναπνευστικό και μυαλγίες), εξαφανίζεται και επανεμφανίζεται με την έναρξη των μηνιγγικών συμπτωμάτων. Περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς παρουσιάζουν αυχενική δυσκαμψία. Οι ενήλικες παρουσιάζουν σχεδόν πάντα κεφαλαλγία ενώ η φωτοφοβία είναι συχνή στους ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας. Ορισμένοι εντεροϊοί συνοδεύονται από έκθυση εξανθήματος που είναι κηλιδοβλατιδώδες χωρίς κνησμό προσβάλλει το πρόσωπο, τον κορμό και τα άκρα (συμπεριλαμβανομένων των παλαμών και πελμάτων) και εμφανίζεται με την έναρξη του πυρετού και παραμένει για 4-10 ημέρες. Αν η μηνιγγίτιδα συνοδεύεται από εξάνθημα χειρών, ποδιών και στόματος (hand, foot and mouth disease) ή μόνο στοματικής κοιλότητας (herpangina) ενισχύεται η διάγνωση της λοίμωξης από ιό Coxsackie A ενώ αν συνοδεύεται από περικαρδίτιδα ή πλευρίτιδα είναι πιθανή η λοίμωξη από ιό Coxsackie Β. Ορισμένοι εντεροιοί συνοδεύονται από πετεχειώδες εξάνθημα που μοιάζει με αυτό της μηνιγγιτιδοκοκκικής σηψαιμίας.
Σε περιπτώσεις μηνιγγίτιδας από ερπητοϊό 2 συνυπάρχουν ερπητικές βλάβες στα γεννητικά όργανα (85%) που προηγούνται της εκδήλωσης της μηνιγγίτιδας.
Ασθενείς με HIV λοίμωξη μπορεί να εμφανίσουν σύνδρομο άσηπτης μηνιγγίτιδας που συνδέεται με οξεία λοίμωξη. Επιπλέον ορισμένοι ασθενείς μπορεί να παρουσιάσουν συμπτώματα άτυπης μηνιγγίτιδας που συνήθως είναι χρόνια, έχει την τάση να υποτροπιάζει και συνήθως περιλαμβάνει δυσλειτουργία κρανιακών νεύρων κυρίως της V, VII, και VIII εγκεφαλικής συζυγίας. Τα συνηθέστερα συμπτώματα είναι κεφαλαλγία, πυρετός και μηνιγγικά σημεία. Η νόσος είναι αυτοπεριοριζόμενη ή υποτροπιάζουσα παρά προοδευτική.
Επιπλοκές
Ειδικές μορφές ή επιπλοκές της ιογενούς μηνιγγίτιδας αποτελούν το σύνδρομο Guillain-Barre, η εγκάρσια μυελίτιδα, η ημιπληγία και η παρεγκεφαλιδική αταξία.
Παθογόνο
Οι ιοί Coxsackie (κυρίως οι ορότυποι Β2 και Β5) και Echo (κυρίως οι ορότυποι 4,6,9,11 και 30) της ομάδας των εντεροϊών είναι υπεύθυνοι για >60% των ιογενών μηνιγγιτίδων και για 85-95% των περιπτώσεων άσηπτης μηνιγγίτιδας που απομονώνεται κάποιο παθογόνο. Είναι συχνότεροι σε παιδιά και κυρίως σε βρέφη ως 3 μηνών. Στους ενήλικες η συχνότητα παρουσιάζει σχετική μείωση λόγω εν μέρει της αυξημένης επίπτωσης άσηπτης μηνιγγίτιδας από απλό έρπητα τύπου 2 (HSV-2). Κατά τη δεκαετία του 60 και πριν την εφαρμογή μαζικού εμβολιασμού ο ιός της παρωτίτιδας ήταν το συχνότερα απομονούμενο αίτιο ιογενούς μηνιγγίτιδας αλλά κρούσματα εμφανίζονται πλέον κυρίως σε ανεμβολίαστους και σε επιδημίες. Άλλα αίτια ιογενούς μηνιγγίτιδας αποτελούν οι αρμποϊοί, ο ιός της λεμφοκυτταρικής χοριομηνιγγίτιδας, ο ιός της ανεμευλογιάς, οι αδενοϊοί, ο ιός της ιλαράς κ.α.
Παθογένεια
Οι περισσότεροι ιογενείς παθογόνοι παράγοντες που επηρεάζουν το ΚΝΣ αποικίζουν αρχικά τους βλεννογόνους του αναπνευστικού και του γαστρεντερικού συστήματος και ακολουθεί πολλαπλασιασμός του ιού στους επιχώριους λεμφαδένες. Η διαδικασία αυτή προηγείται μιας πρωτοπαθούς ιαιμίας που σηματοδοτεί την έναρξη της ασθένειας και έχει σαν αποτέλεσμα τη διασπορά του ιού σε άλλα όργανα. Εκτός από την νεογνική λοίμωξη HSV, οι περισσότεροι ιοί φτάνουν στο ΚΝΣ κατά τη διάρκεια μιας δευτεροπαθούς ιαιμίας η οποία ακολουθεί τον πολλαπλασιασμό του ιού σε άλλα όργανα, ιδιαίτερα το ήπαρ και το σπλήνα. Οι μηχανισμοί που εμπλέκονται στη μεταφορά του ιού από την κυκλοφορία προς τον εγκέφαλο δεν είναι πλήρως κατανοητοί. Ωστόσο, είναι σαφές ότι ο ιός περνά μέσω του ενδοθηλίου στα αγγεία του χοριοειδούς πλέγματος, τις μήνιγγες, ή τον εγκέφαλο με διάφορους μηχανισμούς.
Επιδημιολογία
Η νόσος έχει παγκόσμια κατανομή, προσβάλλει όλες τις ηλικίες αλλά κυρίως τα βρέφη μικρότερα του έτους και τα παιδιά 5-10 ετών. Η επίπτωση της νόσου είναι άγνωστη. Στη μεγαλύτερη δημοσιευμένη μελέτη, από την Φινλανδία, η ετήσια επίπτωση ιογενούς μηνιγγίτιδας προσδιορίζεται σε 219 περιπτώσεις ανά 100.000 σε βρέφη <1 έτους και 27,8 ανά 100.000 σε όλα τα παιδιά <14 ετών. Στις ΗΠΑ υπολογίζεται ότι είναι υπεύθυνη για 26.00-42.000 νοσηλείες κάθε χρόνο. Υπάρχει εποχιακή κατανομή με αύξηση των κρουσμάτων στο τέλος του καλοκαιριού και την αρχή του φθινοπώρου κυρίως από αρμποϊούς και εντεροϊούς, τα κρούσματα που εμφανίζονται προς το τέλος του χειμώνα συχνά οφείλονται στον ιό της παρωτίτιδας, ενώ οι αδενοϊοί παρουσιάζουν αυξημένη επίπτωση την άνοιξη.
Υποδόχα
Ποικίλλουν ανάλογα με το αίτιο. Ο άνθρωπος αποτελεί το μοναδικό υποδόχο για εντεροιούς, ιούς ιλαράς, παρωτίτιδας, απλού έρπητα και ανεμευλογιάς. Οι αρμποϊοί μολύνουν περιστασιακά τον άνθρωπό με τα κουνούπια να παίζουν το ρόλο του ενδιάμεσου ξενιστή. Τα φυσικά υποδόχα για πολλούς αρμποϊούς παραμένουν άγνωστα αλλά περιλαμβάνουν πουλιά, τρωκτικά, ερπετά, αμφίβια και άλλα ζώα.
Τρόπος μετάδοσης
Ποικίλλει ανάλογα με το λοιμογόνο παράγοντα. Οι εντεροϊοί μεταδίδονται με την επαφή χεριών στόματος αλλά και με την αναπνευστική οδό και μέσω των κοπράνων. Οι αδενοϊοί και ο ιός της παρωτίτιδας μεταδίδονται μέσω των εκκρίσεων του αναπνευστικού συστήματος. Οι αρμποϊοί μεταδίδονται μέσω των αρθροπόδων και προκαλούν συνήθως εγκεφαλίτιδα και σπανιότερα μηνιγγίτιδα. Ο ιός της λεμφοκυτταρικής χοριομηνιγγίτιδας μεταδίδεται από τις εκκρίσεις των τρωκτικών και μέσω επαφής με μολυσμένη σκόνη. Στη νεογνική ηλικία ο ιός του απλού έρπητα μεταδίδεται κυρίως κατά τον τοκετό ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις μετά τον τοκετό και ο κίνδυνος μετάδοσης είναι μεγαλύτερος όταν η μητέρα νοσεί κοντά στον τοκετό και όταν πρόκειται για πρωτολοίμωξη και όχι υποτροπή.
Χρόνος επώασης
Ο χρόνος επώασης ποικίλλει ανάλογα με το αίτιο. Για τους εντεροϊούς ο χρόνος επώασης είναι 3 – 10 ημέρες (συνήθως 3-6 ημέρες).
Περίοδος μεταδοτικότητας
Ποικίλει ανάλογα με το λοιμογόνο παράγοντα. Όσον αφορά στους εντεροϊούς, αυτοί αποβάλλονται αρκετές ημέρες πριν την έναρξη των συμπτωμάτων. Παραμένουν στις αναπνευστικές εκκρίσεις συνήθως 1 εβδομάδα μετά την έναρξη νόσου, ενώ στα κόπρανα αποβάλλονται για αρκετές εβδομάδες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων.
Διάγνωση
Η διάγνωση της ιογενούς μηνιγγίτιδας επιβεβαιώνεται με την ύπαρξη αρνητικών καλλιεργειών για βακτήρια και ταυτοποίηση του ιού ως αιτιοπαθογόνου με PCR, καλλιέργεια, ανίχνευση αντιγόνου ή ορολογικές μεθόδους.
Ο ακρογωνιαίος λίθος για τη διάγνωση είναι ο έλεγχος του ΕΝΥ. Στον έλεγχο του ΕΝΥ παρατηρείται λευκοκυττάρωση που κυμαίνεται από 10-500 λευκά/mm3 αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις τα λευκά μπορεί να υπερβαίνουν τα 1000/mm3. Ο τύπος μπορεί αρχικά να είναι πολυμορφοπυρηνικός (τις πρώτες 24-48 ώρες) στη συνέχεια όμως γίνεται λεμφοκυτταρικός. Στην αρχή της νόσου τα κύτταρα μπορεί να είναι ελάχιστα ή φυσιολογικά (όπως σε μηνιγγίτιδα από εντεροϊούς και σπάνια σε HSV μηνιγγοεγκεφαλίτιδα). Η γλυκόζη στο ΕΝΥ είναι φυσιολογική ή ελαφρά ελαττωμένη και συνήθως ≥40% της τιμής του αίματος. Υπογλυκορραχία μπορεί να παρουσιαστεί σε μηνιγγίτιδα από ιό παρωτίτιδας. Η πρωτεΐνη στο ΕΝΥ είναι φυσιολογική ως ελαφρά αυξημένη αλλά συνήθως είναι κάτω από 150 mg/dl (αλλά μπορεί να φτάσει και τα 900 mg/dl σε λοίμωξη από ιό Δυτικού Νείλου. Η ανάλυση του ΕΝΥ από μόνη της δεν είναι πάντα αξιόπιστη για τη διαφορική διάγνωση μεταξύ ιογενούς και βακτηριακής μηνιγγίτιδας καθώς υπάρχει σημαντική αλληλεπικάλυψη μεταξύ των ευρημάτων. Σε αυτές τις περιπτώσεις βοηθά η CRP και η προκαλσιτονίνη καθώς αξιόλογη αύξηση συμβαίνει κυρίως σε βακτηριακή μηνιγγίτιδα.
Εξέταση αναφοράς αποτελεί η καλλιέργεια του ΕΝΥ για ιούς αλλά γίνεται σε εξειδικευμένα εργαστήρια και δεν βοηθά σαν εξέταση ρουτίνας τον κλινικό γιατρό. Η PCR αποτελεί εξέταση εκλογής και πρέπει να γίνεται από εργαστήρια που έχουν εμπειρία. Στις μέρες μας η PCR έχει αντικαταστήσει την καλλιέργεια για ιούς αλλά και τις ορολογικές εξετάσεις στη διάγνωση της ιογενούς μηνιγγίτιδας, βελτιώνοντας τη διαγνωστική ακρίβεια και παρέχοντας αποτελέσματα σημαντικά ταχύτερα. Οι ορολογικές εξετάσεις συμβάλλουν στη διάγνωση της ιογενούς μηνιγγίτιδας αλλά απαιτείται χρόνος από την προσβολή μέχρι την ορομετατροπή. Αξιολογείται ο τετραπλασιασμός του τίτλου στον ορό του αίματος και απαιτούνται δυο δείγματα. Επίσης οι ανοσοσφαιρίνες ανιχνεύονται και στο ΕΝΥ.
Η αξονική τομογραφία και η μαγνητική τομογραφία δεν προσφέρουν ιδιαίτερη βοήθεια στη διάγνωση της ιογενούς μηνιγγίτιδας παρά μόνο για αποκλεισμό συνυπάρχουσας εγκεφαλίτιδας ή αποστήματος.
Ευαισθησία
Ποικίλλει ανάλογα με το λοιμογόνο παράγοντα.
Κλινική περιγραφή
Κλινική εικόνα με απότομη έναρξη πυρετού και ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα: αυχενική δυσκαμψία, διαταραχή του επιπέδου συνείδησης, σημεία μηνιγγισμού, πετεχειώδες ή αιμορραγικό εξάνθημα και, σε παιδιά κάτω του έτους, προπέτεια πηγής.
Εργαστηριακά κριτήρια για τη διάγνωση
- Απομόνωση του υπεύθυνου παθογόνου από φυσιολογικά άσηπτο κλινικό δείγμα (π.χ. αίμα, ΕΝΥ).
- Ανίχνευση νουκλεϊνικού οξέος του υπεύθυνου παθογόνου (μέθοδος PCR) σε φυσιολογικά άσηπτο κλινικό δείγμα.
Για πιθανό κρούσμα
- Ανίχνευση αντιγόνου του υπεύθυνου παθογόνου σε φυσιολογικά άσηπτο κλινικό δείγμα.
Κατάταξη του κρούσματος
Ενδεχόμενο
Κρούσμα με συμβατή κλινική εικόνα.
Πιθανό
Κρούσμα με συμβατή κλινική εικόνα και α/ χαρακτηριστικά ευρήματα στη γενική εξέταση ΕΝΥ ή β/ ανίχνευση αντιγόνου του υπεύθυνου παθογόνου σε φυσιολογικά άσηπτο κλινικό δείγμα ή γ/ επιδημιολογική σύνδεση με επιβεβαιωμένο κρούσμα μηνιγγίτιδας.
Επιβεβαιωμένο
Κρούσμα με συμβατή κλινική εικόνα, το οποίο έχει επιβεβαιωθεί εργαστηριακά.
Περισσότερα στη ιστοσελίδα του ΕΟΔΥ, εδώ.