Φοιτητής: "Προς ένα Φαντασιακό* Πόθεν Έσχες της Εκπαίδευσης"

*Γράφει ο Αντώνης Κίτσιος, φοιτητής του ΑΠΘ στα «Φοιτητικά Νέα»

Γ.Β. Γκαίτε - Φάουστ
Αχ! σπούδασα φιλοσοφία
και νομική και γιατρική
κι αλί μου και θεολογία ·
με κόπο και μ’ επιμονή.
Και να ’μαι δω με τόσα φώτα,
εγώ ο μωρός, όσα και πρώτα!

- Προς ένα Φαντασιακό* Πόθεν Έσχες της Εκπαίδευσης –


Λόγος γίνεται, λόγος αναλίσκεται, λόγος μηρυκάζεται για τα θύματα της πανδημίας. Κι ενώ δεν θα πρέπει να ξεχνάμε τους πεσόντες της ιστορικής αυτής υγειονομικής κρίσης, ταυτόχρονα, ας μην ξεχνάμε τη σωρεία θυμάτων φοιτητών των οποίων τα δικαιώματα όχι μόνο αλλοτριώνονται μέσα στην ευρύτερη συγκυρία αλλά πρόκειται πια να καταπνιγούν με τις νέες παρεμβατικές κυβερνητικές ιδιοτροπίες.

Προσπαθώντας, λοιπόν, να διαβάσω πίσω από τις λέξεις, θαρρώ πως μία μία αναμεταξύ τους συνηγορούν στο σύνολό τους στην έννοια του άκρατου σωφρονισμού. «Πειθαρχία», «ποινή», «προανακριτικός έλεγχος», «σύλληψη», «διαγραφή» είναι οι μέχρι τώρα απαντήσεις του υπουργείου σε ένα ερώτημα που δεν τέθηκε σε κανέναν από μας, σε κανέναν από τους καθηγητές μας. Παρά ταύτα, γκρέμισε τέχνας κατηργαζόμενο την ανοχύρωτη πύλη του Πανεπιστήμιου επιδιώκοντας να τσιμεντώσει ιδέες που μέχρι πρόσφατα θεωρούσαμε ρευστές και περιρρέουσες στο χώρο του. Έννοιες όπως η ελευθερία, η δημοκρατία, το ανήκειν…έννοιες που πλέον τυχοδιωκτικά φαίνεται να εξαιρούν το Πανεπιστήμιο από το όποιο γίγνεσθαι. Το υπουργείο, λοιπόν, σε ρόλο κούκου αυτή τη φορά (το πτηνό που αφήνει τα αυγά του στη φωλιά άλλων πτηνών) επιδιώκει να καταστήσει το Πανεπιστήμιο ένα φορέα δευτερογενούς κακοποίησης αν θεωρήσουμε το ίδιο ως πρώτης τάξεως κακοποιητή με θύματα όλους εμάς. Αν η αστυνόμευση, η πάταξη της λογοκλοπής και της κάθε φοιτητικής αυθαιρεσίας συνοδεύεται θεσμικά από απαγχονισμό του λειτουργικού ρόλου που μας αποδίδεται στο χώρο του Πανεπιστημίου για τη δήθεν ασφάλεια του ίδιου, τότε θα πρέπει να θυμίσουμε στο Υπουργείο πως στο Πανεπιστήμιο πριν ακόμα από κτιριακές υποδομές και εγκαταστάσεις, βρίσκονται μετρήσιμες μονάδες, άνθρωποι. Και θα συμφωνήσεις, θαρρώ με την Άννα Χάρεντ όταν εκείνη λέει πως «Καμιά τιμωρία δεν έχει αποκτήσει τέτοια αποτρεπτική δύναμη για να εμποδίσει την τέλεση εγκλημάτων. Αντίθετα, οποιαδήποτε κι αν είναι η ποινή, την πρώτη φορά που θα τελεστή ένα συγκεκριμένο έγκλημα, είναι πιο πιθανή η επανεμφάνιση του απ’ ό,τι θα μπορούσε να είναι εκείνη η πρώτη». Η στατιστική της πολιτικής φιλοσοφίας της Άρεντ παραμένει πιο επίκαιρη από ποτέ στην παραπάνω Υπουργική απόφαση. Δεν μπορούμε όμως να σταθούμε απλά στο αποτέλεσμα αλλά στα αίτια μιας τέτοιας καθόλα πολιτικής πράξης. Και κάπου εδώ θα πρέπει να σκεφτούμε πως η ανάγκη ύπαρξης ποινών ή στην καλύτερη των περιπτώσεων κυρώσεων στο Πανεπιστημιακό σώμα δεν είναι το οπισθόφυλλο αλλά το εξώφυλλο της νέας τάξης πραγμάτων την οποία πίσω από μία οθόνη παλεύουμε να ανιχνεύσουμε πριν κανονικοποιηθεί και αυτή.

Η σημειωτική του εξωφύλλου, λοιπόν, μπορεί να μας διδάξει τα εξής. Ο λόγος ύπαρξης της τιμωρίας δικαιολογείται από την ύπαρξη ενός σώματος που νοσεί, που χρήζει θεραπείας. Ο λόγος που νοσεί το σώμα δεν οφείλεται σε ξενιστές αλλά σε κάποιο αυτοάνοσο που ανέπτυξε εμβόλιμα το σώμα αυτό καθαυτό. Αν είμαστε, ωστόσο, σίγουροι για την αρρώστια του σώματος πόσο σίγουροι είμαστε για την υγεία αυτού που τη διαγνώσκει; Και αν είμαστε σίγουροι για την απάντηση που θα δώσουμε τότε τι συμβαίνει όταν το σώμα απειλείται να συμμορφωθεί ή εναλλακτικά να θεραπευτεί; Κάπου εδώ εισάγεται η έννοια της γνωστικής ασυμφωνίας. Αν γνωρίζουμε τον παράγοντα Χ (το τι θέλει το Υπουργείο) μπορούμε να γνωρίζουμε και τον παράγοντα Ψ (το τι θέλει το Πανεπιστήμιο, οι φοιτητές. καθηγητές του); Αν οι στάσεις είναι αντιθετικές και ασυμβίβαστες μεταξύ τους πώς θα μειωθεί η μεταξύ τους ασυμφωνία; Θα υποκύψει το φοιτητικό σώμα στις προσταγές του Πανεπιστημίου, θα αποσχιστεί η ακαδημαϊκή μας κοινότητα με πρόφαση το μεταμοντέρνο filioque, ή θα κληθεί να επέμβει ένας τριτογενής μα απόλυτα εγγενής μέσα στους υπόλοιπους φορέας εκείνος της εκκλησίας, το κεφάλι της οποίας είναι το μόνο στο οποίο δείχνει να φιλά την χείραν το ταπεινό μας Υπουργείο. Αν ζούσε ο Μπρέχτ σήμερα ίσως και να εμπνεόταν από αυτή την πολιτειακή δυστοκία έτσι που να έδινε ένα οριστικό τέλος στο έργο του «Ο Κύκλος με την Κιμωλία». Είναι άραγε η Γρούσα ή η μάνα του Πανεπιστημίου που θα διεκδικήσει το Πανεπιστήμιο; Ας αναλάβει την κρίση κάποιος περιπαθής από τη ζωή έτσι που να λέμε πως έκρινε δίκαια το αποτέλεσμα.

Ολοκληρώνοντας τις σκέψεις γύρω από το φαντασιακό αυτό καπήλευμα του υπουργείου, θα πρέπει να καταλάβουμε πως δεν αρκεί η πειθώ και η εξουσία για να διχάσεις σύσσωμο τον ακαδημαϊκό χώρο. Είναι, άλλωστε, το ανέφικτο «ηλίθιε» ή καλύτερα η τέχνη του ανέφικτου που αντικαθιστά πλέον την πολιτική με ένα παραπολιτικό μειδίαμα στα μάτια μιας εκλεγόμενης εξουσίας που αντί να μισθώνει ερευνητές μισθώνει καταστολείς, αντί να επενδύει σε ιδέες θα επενδύει στη λογοκρισία τους, αντί να ενισχύει εμάς ενισχύει τη μεταξύ μας πόλωση. Και επιστρέφοντας στην παραπάνω μας παραβολή, ρωτώ, υπάρχει πιο ωφελιμιστικός τρόπος για το γιατρό από το να καταστήσει τον ασθενή του ασθενέστερο έτσι που εκείνος μοναχά να (επ)ωφελείται; Ποια η απάντηση σε τούτη τη φροντίδα του Ιούδα; Ο Ντοστογέφσκι θα απαντήσει: "Δεν υπάρχει πιο ακατάπαυστη και πιο βασανιστική φροντίδα για τον άνθρωπο, όταν μένει ελεύθερος, παρά πώς να βρει όσο γίνεται γρηγορότερα κάποιον να προσκυνάει". Από δω και στο εξής ας λιτανεύουμε εγκιβωτισμούς.

*φαντασιακό όπως αυτό ορίζεται από τον Κ. Καστοριάδη

Δείτε ΕΔΩ όλα τα τελευταία Φοιτητικά Νέα.

Φοιτητικά Νέα/Foititikanea.gr